Η περιοχή της εύφορης κοιλάδας των Αρχανών και του γειτονικού Γιούχτα, κοντά στη πόλη του Ηρακλείου και τη Μινωική Κνωσό, διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στη Μινωική εποχή αλλά και αργότερα. Αποτέλεσε σημαντικό οικονομικό, διοικητικό και θρησκευτικό κέντρο, όπως μαρτυρά το πλήθος και η ποιότητα των ευρημάτων που ήρθαν στο φως από τις ανασκαφές που έγιναν σε διάφορα σημεία.
Το τοπωνύμιο Αρχάνες είναι αρχαιότατο, πιθανότατα προελληνικό. Στη θέση της σημερινής κωμόπολης των Αρχανών, άκμασε σπουδαία Μινωική πόλη με ανάκτορο παρόμοιο με αυτό της Κνωσού. Στη θέση Φουρνί, βορειοδυτικά της πόλης, τοποθετείτο το νεκροταφείο της πόλης, τα ευρήματα του οποίου πιστοποιούν τη δύναμη και το πλούτο της, ενώ δυτικά των Αρχανών, στη θέση Ανεμόσπηλια, ανασκάφηκε μεγάλος ναός στον οποίο έχουν βρεθεί το μοναδικά ίχνη ανθρωποθυσίας στη Μινωική εποχή.
Κοντά στις Αρχάνες, στη κορυφή του όρους Γιούχτα, λειτουργούσε το πιο σημαντικό ίσως ιερό κορυφής της Κρήτης κατά τα Μινωικά και τα ιστορικά χρόνια. Εκεί λάτρευαν τις θεότητές τους και εναπόθεταν τις ελπίδες και τα τάματά τους οι πιστοί από τη Κνωσό, τις Αρχάνες αλλά και την υπόλοιπη Κρήτη. Στην ανθρωπόμορφη κορυφή του Γιούχτα ο μύθος θέλει να έχει ταφεί ο πατέρας των θεών, Δίας.
Νοτιότερα, στη θέση Λιβάδι, έχει ανασκαφεί το πολυτελές Μινωικό μέγαρο του Βαθύπετρου.
Μινωική πόλη & Ανάκτορο Αρχανών
Στη θέση της σημερινής πόλης των Αρχανών, άκμασε καθ’ όλη τη διάρκεια της Μινωικής εποχής (2500-1400 π.Χ.) σπουδαία ανακτορική πόλη, ενώ η κατοίκιση της περιοχής συνεχίστηκε και κατά τα ιστορικά και μεταγενέστερα χρόνια. Παρότι το μεγάλο ανακτορικό κέντρο της Κνωσού βρισκόταν σε απόσταση αναπνοής, στις Αρχάνες αναπτύχθηκε σημαντικότατο ανακτορικό κέντρο του οποίου οι ηγεμόνες είχαν τον έλεγχο της πλούσιας ενδοχώρας αλλά και της σημαντικής θρησκευτικής δραστηριότητας που αναπτύχθηκε στο γειτονικό ιερό κορυφής του Γιούχτα. Τα ερείπιά της μινωικής πόλης βρίσκονται σήμερα κάτω από τα σπίτια του σύγχρονου οικισμού.
Η κατοίκιση στις Αρχάνες ξεκίνησε πιο πριν, στην ύστερη Νεολιθική περίοδο, κατά την οποία στη περιοχή υπήρχαν διάσπαρτοι μικροί οικισμοί. Με την χρήση του χαλκού, την ανάπτυξη του εμπορίου και την σταδιακή άνθιση του μινωικού πολιτισμού οι οικισμοί αυτοί άρχισαν να μεγαλώνουν και να σχηματίζουν σιγά σιγά ένα ενιαίο οικιστικό σύνολο (3300-2000 π.Χ.), λείψανα του οποίου βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές σε αρκετά σημεία μέσα στη πόλη. Την ύπαρξη και την ακμή του μαρτυρά το πλήθος από τα ευρήματα της περιόδου αυτής που βρέθηκαν στο νεκροταφείο του οικισμού στη θέση Φουρνί, τα οποία πιστοποιούν και τις εμπορικές σχέσεις που είχαν ήδη αναπτυχθεί με τις Κυκλάδες και την Αίγυπτο.
Στις αρχές τις 2ης χιλιετηρίδας, κατά την οποία η μινωική κοινωνία αρχίζει να μετασχηματίζεται και η εξουσία να συγκεντρώνεται στα ανακτορικά κέντρα, πιθανότητα χτίστηκε και στις Αρχάνες το πρώτο ανάκτορο. Ίχνη του έχουν αποκαλυφθεί σε διάφορα σημεία στη πόλη, κάτω από τα κτίσματα της νεοανακτορικής περιόδου. Κατά τη περίοδο αυτή ενώνονται οριστικά και οι μεμονωμένες οικιστικές προανακτορικές νησίδες σε έναν μεγάλο, ενιαίο μινωικό οικισμό-πόλη. Κατά τη περίοδο αυτή η σημαντικότητα των Αρχανών ως κέντρο διευρύνεται, αφού τότε ξεκινά η λατρεία στο ιερό κορυφής του Γιούχτα και χτίζεται ο ναός στη θέση Ανεμόσπηλια.
Γύρω στα 1700 π.Χ. τη Κρήτη συγκλονίζει ισχυρότατος σεισμός, ο οποίος σωριάζει σε ερείπια το ανάκτορο και τη μινωική πόλη των Αρχανών. Τη σφοδρότητα του σεισμού αυτού μαρτυρούν τα ευρήματα στο γειτονικό ναό, στη θέση Ανεμόσπηλια. Παρόλαυτα το ανάκτορο και η πόλη ανοικοδομούνται άμμεσα και η οι Αρχάνες, μαζί με όλη τη Κρήτη, γνωρίζουν τη περίοδο της μέγιστης ακμής τους. Είναι η περίοδος της μινωικής θαλασσοκρατορίας στο Αιγαίο και των εμπορικών σχέσεων με την Ανατολή και την Αίγυπτο.
Το νέο ανάκτορο, τα λείψανα του οποίου βλέπουμε σήμερα κυρίως στη περιοχή της Τουρκογειτονιάς, ήταν ένα πολυώροφο, πολυτελέστατο κτίριο, με κεντρική αυλή, αίθουσα θρόνου, βασιλικά διαμερίσματα, φωταγωγούς, εργαστήρια, αποθήκες, θέατρο, τοίχους διακοσμημένους με τοιχογραφίες κ.λπ., ίσο σε μέγεθος με τα υπόλοιπα ανακτορικά κέντρα της Κρήτης. Η ακμή του ανακτόρου των Αρχανών και της μινωικής πόλης τους σχετίζεται με το γειτονικό ιερό κορυφής του Γιούχτα, το οποίο αποτελούσε μεγάλο πόλο έλξης για τους μινωίτες και σημαντικό κέντρο θρησκευτικής εξουσίας. Κατά το 1450 π.Χ. νέος σεισμός καταστρέφει το ανάκτορο των Αρχανών, όμως η ζωή στη πόλη και το ανάκτορο συνεχίζεται ακόμα και μετά την εμφάνιση των Μυκηναίων λίγο αργότερα. Τα πλούσια ευρήματα στη γειτονική νεκρόπολη, δείχνουν έναν οικισμό που συνεχίζει να ακμάζει.
Νεκροταφείο στο Φουρνί
Ανάμεσα στους οικισμούς Επάνω και Κάτω Αρχάνες και κάτω από το Γιούχτα, μέσα σε ένα κατάφυτο από αμπέλια και ελιές τοπίο, βρίσκεται ο λόφος Φουρνί στον οποίο ανακαλύφθηκε ένα από τα σημαντικότερα προϊστορικά νεκροταφεία σε όλο το Αιγαίο κι ένας από τους πιο σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους της Κρήτης.
Η νεκρόπολη στο Φουρνί αποτέλεσε το νεκροταφείο του μεγάλου Μινωικού ανακτορικού οικισμού των Αρχανών. Κατά την ανασκαφή ήρθαν στο φως αρκετά κτίρια, τα περισσότερα ταφικά, αλλά και άλλα με χαρακτήρα βοηθητικό ή ακόμα και λατρευτικό. Ανάμεσα στα κτίρια υπήρχαν πλακόστρωτοι δρόμοι και σύστημα απαγωγής των όμβριων υδάτων. Η χρήση του νεκροταφείου ξεκίνησε κατά τη Τρίτη χιλιετία π.Χ. και κράτησε μέχρι και το 1200 π.Χ. και φαίνεται πως τα περισσότερα ταφικά κτίρια χρησιμοποιήθηκαν αλλεπάληλες φορές.
Βρέθηκαν πλούσια και μοναδικά στο είδος τους κτερίσματα, τα οποία πιστοποιούν τη δύναμη και το πλούτο της γειτονικής πόλης των Αρχανών. Μεταξύ άλλων βρέθηκαν πήλινες λάρνακες, χρυσά κοσμήματα, περιδέραια, χρυσά δακτυλίδια με εντυπωσιακές ανάγλυφες παραστάσεις, ελεφάντινα αντικείμενα κ.λπ.. Ενδεικτικό είναι πως βρέθηκαν ολόκληροι, ασύλητοι βασιλικοί τάφοι. Τα ευρήματα, πέρα από τον πλούτο και τα ταφικά ήθη των Μινωιτών μαρτυρούν και τις επαφές του Μινωικού κόσμου με τις Κυκλάδες, την Αίγυπτο και τις Συροφοινικικές ακτές.
Μινωικός ναός στα Ανεμόσπηλια
Στη βόρεια πλαγιά του Γιούχτα, στη θέση Ανεμόσπηλια, αποκαλύφθηκε το 1979 μοναδικό σε χαρακτήρα και αρχιτεκτονική οικοδόμημα της Μινωικής εποχής. Το κτίριο είναι ορθογώνιο, χωρίζεται σε τρία δωματια, τα οποία διατρέχει μακρύς διάδρομος στη βόρειά τους πλευρά και δεν θυμίζει σε τίποτα τη πολύπλοκη, λαβυρινθώδη αρχιτεκτονική των υπόλοιπων μινωικών κτιρίων.
Πρόκειται για ναό της Παλαιοανακτορικής μινωικής περιόδου στο κεντρικό δωμάτιο του οποίου μάλλον υπήρχε το ξύλινο άγαλμα της λατρευόμενης θεότητας. Ο ναός από ότι φαίνεται καταστράφηκε βίαια από σεισμό γύρω στα 1700 π.Χ. πριν συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής.
Η σημαντικότερη ανακάλυψη στο χώρο, η οποία τον καθιστά μοναδικό και μαρτυρά το τραγικό και βίαιό του τέλος, είναι η ανακάλυψη τεσσάρων ανθρώπινων σκελετών. Ο πρώτος από αυτούς βρέθηκε στην είσοδο του ναού, σε στάση φυγής, καταπλακωμένος από τις πέτρες των τοίχων και της στέγης του κτιρίου που καταστράφηκε από το μεγάλο σεισμό. Οι υπόλοιποι τρεις σκελετοί βρέθηκαν στο δυτικότερο από τα τρία δωμάτια. Οι δύο από αυτούς, ένας άντρας και μια γυναίκα, σκοτώθηκαν επίσης από την πτώση της στέγης και τη πυρκαγιά που ακολούθησε.
Ο τέταρτος όμως σκελετός, ανήκε σε άνδρα και βρέθηκε ξαπλωμένος και δεμένος, πάνω στο βωμό του δωματίου με ένα χάλκινο μαχαίρι στο σώμα του. Πρόκειται για το μοναδικό ίχνος πιθανής ανθρωποθυσίας που έχει βρεθεί στη μινωική Κρήτη, η οποία, όπως μαρτυρά το όλο σκηνικό, σίγουρα θα ήταν τελετουργία σπάνια, η οποία θα γινόταν σε ακραίες καταστάσεις όπως αυτή του μεγάλου σεισμού που σώριασε το ναό σε ερείπια.
Οι μινωίτες θέλοντας να εξευμενίσουν τη φύση και να προστατέψουν την κοινότητά τους από βέβαιη καταστροφή, θεώρησαν αναγκαίο να θυσιάσουν όχι ταύρο ως συνήθως, αλλά άνθρωπο, σαν τη μέγιστη δυνατή προσφορά που μπορούσαν να κάνουν.
Ιερό κορυφής Γιούχτα
Ο Γιούχτας είναι το Ιερό Όρος της μινωικής Κρήτης. Στη κορυφή του υπήρχε το σημαντικότερο Ιερό Κορυφής κατά τη μινωική εποχή, αλλά και αργότερα συνέχισε να αποτελεί σημαντικό λατρευτικό κέντρο. Μάλιστα ήταν κατά κάποιο τρόπο αφιερωμένο στο πατέρα των θεών Δία και εκεί πίστευαν πως έχει ταφεί, μάλλον εξαιτίας του ότι από τα δυτικά η κορυφογραμμή του βουνού θυμίζει καταπληκτικά κεφάλι ξαπλωμένου άνδρα.
Στη κορυφή του έχουν γίνει συστηματικές ανασκαφές οι οποίες έχουν αποκαλύψει τους χώρους του Ιερού αλλά και πάμπολα ευρήματα τα οποία πιστοποιούν τη σημαντικότητά του. Το ιερό ήταν υπαίθριο και αποτελούνταν από τρία επίπεδα στα οποία βρέθηκαν ένας κτιστός, ορθογώνιος βωμός και διάφορα οικήματα, τα οποία μπορεί να χρησίμευαν ως χώροι διαμονής για τους ιερείς. Κοντά στο ιερό υπάρχει σπηλαιώδες χάσμα, λατρευτικής χρήσης, αφού μέσα του βρέθηκαν χάλκινοι διπλοί πέλεκεις και άλλα λατρευτικά αντικείμενα. Όλος ο χώρος περιβάλλονταν από κυκλώπειο τείχος.
Κατά την ανασκαφή, κοντά στο βωμό βρέθηκε πλήθος από αφιερώματα, λατρευτικά ειδώλια, ομοιώματα ζώων, σφραγίδες κ.λπ. Μεταξύ τους υπήρχαν αρκετά αντικείμενα των μυκηναϊκών και των αρχαϊκών χρόνων, ευρήματα που αποδεικνύουν πως το Ιερό Κορυφής του Γιούχτα συνέχισε να χρησιμοποιείται ως λατρευτικός χώρος και κατά τις μεταγενέστερες ιστορικές περιόδους.