Γύρω από το οροπέδιο της Nίδας βρίσκονται τα μιτάτα -κτίσματα που φαίνεται να είναι αποτέλεσμα μιας πανάρχαιας κατασκευαστικής παράδοσης. Είναι συγκεντρωμένα συνήθως κατά ομάδες σε αρκετή απόσταση μεταξύ τους.
Πολλές φορές αποτελούν συγκροτήματα με άλλους βοηθητικούς χώρους. Ετυμολογικά η ονομασία αυτών των αρχέγονων ξερολιθικών κατασκευών με θόλο , προέρχεται από τη λατινική λέξη METATUM που σήμαινε στρατιωτικό κατάλυμα. Η λέξη πέρασε στους βυζαντινούς με την έννοια του προσωρινού καταλύματος και σχεδόν με την ίδια ερμηνεία διατηρείται σήμερα στην Κρήτη.
Η χρονολόγηση των Μιτάτων είναι αρκετά δύσκολη, αλλά δεχόμαστε σαν χρόνο κατασκευής ή ανακατασκευής τα ακιδογραφήματα στα ανώφλια, στις παραστάδες και σε διάφορα άλλα σημεία της τοιχοδομής. Το πιο παλιό ακιδογράφημα που προσδιορίζει σαν χρόνο κατασκευής το έτος 1841 βρίσκεται στην παραστάδα της εισόδου του μιτάτου του Παπά Μιχάλη Σκουλά στην περιοχή Αστριώτικο.
Τα μιτάτα είναι κτίσματα κυκλικά, θολωτής μορφής και χρησιμοποιούνται από τους βοσκούς για κατοικία και αποθήκευση του τυριού. Η κατασκευαστική μέθοδος είναι η ίδια με αυτή των θολωτών μινωικών τάφων.
Για την κατασκευή τους δεν χρησιμοποιείται λάσπη ή άλλο συνεκτικό υλικό, αλλά μόνο μεγάλες πέτρες που προέρχονται από τον ίδιο χώρο που βρίσκεται το μιτάτο, γι' αυτό και η επιλογή του χώρου έχει να κάνει με την παρουσία ή όχι κατάλληλης πέτρας.
Πανομοιότυπη με του μινωικού θολωτού τάφου είναι και η είσοδος του μιτάτου, χαμηλή (το πολύ 1 μέτρο) και ίδιος ο συνήθως ανατολικός προσανατολισμός της. Η είσοδος του μιτάτου αποτελείται από μονόλιθους. Το πάχος της τοιχοποιίας του στην βάση φτάνει και τα 150 εκ. Η συνήθης εσωτερική διάμετρος του μητάτου είναι 4,5 - 7μ.
Για την κατασκευή του θόλου χρησιμοποιείται το εκφορικό σύστημα, δηλαδή οι πλάκες είναι τοποθετημένες κατά στρώσεις με τέτοιο τρόπο, ώστε κάθε στρώση να εξέχει λίγο περισσότερο προς το εσωτερικό του θόλου από την αμέσως κατώτερή της, και στην κορυφή υπάρχει πάντα άνοιγμα (περίπου 25 εκ.) για φωτισμό και την έξοδο του καπνού από τη φωτιά που ανάβει στο κέντρο του χώρου. Η εκφορά του θόλου κατά κανόνα ξεκινάει από το ύψος των Ι00 εκ.
Το μιτάτο είναι το κύριο κτίσμα του συνόλου των χώρων όπου ορίζεται η κτηνοτροφική δραστηριότητα του βοσκού. Το μιτάτο συνήθως συμπληρώνεται με ένα δεύτερο κτίσμα το "τυροκέλι", πανομοιότυπο, με μόνη τη διαφορά το χαμηλότερο ύψος της πόρτας του και την έλλειψη του ανοίγματος στην κορυφή του θόλου.
Απαραίτητος χώρος που συμπληρώνει το συγκρότημα είναι πάντα η μάντρα και αυτή κατασκευασμένη από ξερολιθιά ύψους περίπου 1,50 μ.
Πέρα από αυτούς τους τρεις βασικούς χώρους μπορούμε να συναντήσουμε σε ορισμένα μιτάτα ενσωματωμένα τον κούμο ή κλεφτόκουμο όπου έβαζαν τα ξένα ή κλεμμένα ζώα και την καλύβα που αποτελεί προστεγασμένο της εισόδου τμήμα όπου γινόταν το "τυροκομιό" δηλ. η επεξεργασία του γάλακτος.
Όλες οι κατασκευές αυτές προσαρμοσμένες στις τοπικές συνθήκες ήταν και οι καταλληλότερες στον τρόπο κατασκευής και υλικού για να αντέξουν στο βάρος του χιονιού που τα καλύπτει το χειμώνα.