Στις ανατολικές υπώρειες του Ψηλορείτη βρίσκεται ένα ύψωμα γνωστό με το όνομα "Πατέλλα του Πρινιά".
Στο ύψωμα αυτό, που η κορυφή του είναι επίπεδη, η Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή αποκάλυψε το 1906-1908 τα ερείπια μιας σπουδαίας πόλης της Κρήτης, της οποίας το όνομα δεν είχε εξακριβωθεί με βεβαιότητα. Αρχικά υπήρχε η γνώμη πως ήταν η Απολλωνία. Μια επιγραφή όμως, που βρέθηκε στο χώρο της αρχαίας πόλης ΝΑ της Πατέλλας, όπου αναφέρονται τα γράμματα (Ι)ΖΕΝΙ(Α), επιβεβαιώνει την ύπαρξη της αρχαίας πόλης Ριζηνία, που αναφέρει ο Στέφανος Βυζάντιος: Ριζηνία πόλις Κρήτης ή Ριττηνία.
Η Ριζηνία άκμασε από την Υστερομινωική περίοδο (1600 π.Χ.) μέχρι την Ελληνιστική (67 π.Χ.). Αλλά τα πιο σπουδαία μνημεία της, οι ναοί, ανήκουν στην ελληνική αρχαϊκή περίοδο του 7ου-6ου αιώνα π.Χ.
Η θέση της Ριζηνίας πάνω στην Πατέλλα, στο κέντρο σχεδόν της Κρήτης, ανάμεσα στο δρόμο που ένωνε τις δυο μεγάλες πόλεις, την Κνωσό και τη Γόρτυνα, είχε μεγάλη στρατηγική σημασία. Ο κύριος της Ριζηνίας, ήταν κύριος όλης της κοιλάδας, που απλώνεται μπροστά της βορειοανατολικά. Γι' αυτό φαίνεται να έπαιξε σπουδαίο ρόλο στις σχέσεις Κνωσού-Γόρτυνας.
Πάνω στο ύψωμα υπήρχε ένα αρκετά μεγάλο φρούριο Ελληνιστικής εποχής (330-70 π.Χ.). Η βόρεια πλευρά του ήταν 50 μ. και στις γωνίες του είχε πύργους τετράγωνους. Στο ανατολικό τμήμα της Πατέλλας, βρέθηκαν πολλά πήλινα αφιερώματα, όστρακα αγγείων, ειδώλια κ.λπ. Τα σπουδαιότερα είναι ειδώλια λατρείας θεάς με βάση κυλινδρική και με τα χέρια υψωμένα. Βρέθηκε επίσης άγαλμα γυναικείας θεότητας, η οποία κάθεται σε θρόνο.
Ο ναός της Ρέας Είναι ο βορειότερος από τους δυο ναούς, που αποκαλύφτηκαν στο ανατολικό τμήμα της Πατέλλας. Αποτελείται από τον κυρίως ναό και τον πρόναο. Στη μέση του ναού παρατηρείται ένας ορθογώνιος χώρος που περιορίζεται από πλάκες, κάθετα τοποθετημένες. Μέσα σ' αυτό το χώρο γινόταν θυσίες, όπως πιστοποιούν οι στάκτες και τα κόκαλα των θυσιαζομένων ζώων που καίγονταν , και βρέθηκαν στο ψημένο από τη φωτιά δάπεδο του. Στην ανατολική πλευρά του θυσιαστηρίου σώζεται η βάση μιας κολόνας, μινωικού τύπου, και στη βορειοδυτική γωνία του ναού άλλη μια παρόμοια, που η θέση της πρέπει να ήταν μάλλον απέναντι στην προηγούμενη, στη μέση της δυτικής πλευράς του θυσιαστηρίου. Στο νοτιοδυτικό τοίχο του ναού βρίσκεται ένα θρανίο από ασβεστόλιθο, όμοιο με εκείνα των μινωικών ιερών.
Ο τύπος αυτός του ναού, όπως και ο ναός του Απόλλωνα της Δρήρου, σχετίζεται μάλλον με το μέγαρο της Υστερομηκυναϊκής Ελλάδας, έργο των Ελλήνων που κατάλαβαν την Κρήτη και κατάστρεψαν το μινωικό πολιτισμό.
Μέσα και γύρω από το ναό βρέθηκαν πολλά γλυπτά από πωρόλιθο, που φυλάσσονται τώρα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου. Μια σειρά πλάκες από ασβεστόλιθο, που παριστάνουν μια παρέλαση ιππέων πολεμιστών, με την ασπίδα και το δόρυ, εκτιμάται ότι αποτελούσαν το διάζωμα στην πρόσοψη του ναού.