Η μονή Αρκαδίου είναι ίσως το πιο γνωστό μοναστήρι της Κρήτης και σε αυτό συνέβαλε το ολοκαύτωμα του 1866. Ωστόσο η σπουδαία ιστορία του δεν είναι ο μόνος λόγος για να το επισκεφτεί κανείς.
Η τοποθεσία του και η εντυπωσιακή αρχιτεκτονική του το κάνουν ακόμα πιο ξεχωριστό και προσδίδουν στο δέος που νιώθει κανείς τη στιγμή που διασχίζει την πύλη του.
Το μοναστήρι κυριαρχεί σ' ένα χαμηλό, καταπράσινο οροπέδιο στην ενδοχώρα του Ρεθύμνου και απέχει 23 χλμ από την πόλη. Είναι ένα μεγάλο συγκρότημα φρουριακής μορφής που χτίστηκε την τελευταία περίοδο της Ενετοκρατίας. Στο κεντρικό κτίριο, εκτός από τα κελιά των μοναχών, υπήρχαν οι αποθήκες, οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας των αγροτικών προϊόντων, ακόμη και οι στάβλοι. Έτσι δεν υπήρχε ανάγκη να βγαίνει κανείς από το φρούριο, πράγμα χρήσιμο σε περιόδους εντάσεων.
Η περίτεχνη κεντρική είσοδος ανοικοδομήθηκε τέσσερα μόλις χρόνια μετά την καταστροφή του 1866 και μας οδηγεί μέσα από το θολωτό πυλώνα στην εσωτερική αυλή. Μπροστά μας βλέπουμε τον εντυπωσιακό δίκλιτο ναό που είναι αφιερωμένος στους άγιους Κωνσταντίνο & Ελένη και στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά μνημεία της Κρητικής Αναγέννησης.
Ο ναός αποπερατώθηκε το 1587 και στην πρόσοψη του είναι εμφανής η διείσδυση των δυτικών αρχιτεκτονικών ρευμάτων στην Κρήτη τον 16ο και 17ο αιώνα. Στη νοτιοδυτική πλευρά του μπορούμε να δούμε ακόμα και σήμερα ένα μισοκαμένο κομμάτι τέμπλου που σώθηκε από το Ολοκαύτωμα του 1866. Ο περίβολος είναι άνετος και ευρύχωρος, οι θολωτοί διάδρομοι με τις επάλληλες στοές διατηρούν την παλιά τους λαμπρότητα και τα κελιά στις τρεις πλευρές της μονής μαζί με τους κοινόχρηστους χώρους στη Βόρεια εντυπωσιάζουν τον επισκέπτη για τη λιτότητα τους.
Η ιστορία της μονής αρχίζει από τα χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Το όνομα της το πήρε πιθανότατα από κάποιο μοναχό με το όνομα Αρκάδιος που ήταν και ιδρυτής της.
Από το 16ο αιώνα κι έπειτα η μονή ήταν σπουδαίο πνευματικό κέντρο: οι μοναχοί αντέγραφαν εκκλησιαστικά κυρίως βιβλία, υπήρχε πλούσια βιβλιοθήκη με έργα αρχαίων συγγραφέων, ενώ λειτουργούσε και σχολείο. Η τουρκική κατάκτηση ανέστειλε για λίγο την πνευματική του δραστηριότητα, αλλά γρήγορα κατάφερε να συνέλθει και να αποσπάσει ένα μοναδικό προνόμιο για ελληνικό μοναστήρι. Οι Τούρκοι επέτρεψαν, κατ' εξαίρεση με ό,τι ίσχυε για τα άλλα χριστιανικά μνημεία, να χρησιμοποιεί τις καμπάνες του.
Εκτός από το πνευματικό του έργο, η προσφορά του Αρκαδίου στους απελευθερωτικούς αγώνες του νησιού υπήρξε τεράστια.
Το Νοέμβριο του 1866 τα τουρκικά στρατεύματα πολιόρκησαν στενά τη μονή μέσα στην οποία ήταν κλεισμένα 700 γυναικόπαιδα και 260 Κρήτες πολεμιστές, μετά την άρνηση του Ηγούμενου να παραδοθεί. Έπειτα από διήμερη πολιορκία, κι ενώ τα τείχη «έπεφταν», γυναικόπαιδα και πολεμιστές με αρχηγό τον Κωνσταντίνο Γιαμπουδάκη συγκεντρώθηκαν στην πυριτιδαποθήκη της μονής, της έβαλαν φωτιά και την τίναξαν στον αέρα παίρνοντας μαζί τους στον θάνατο και αρκετούς Τούρκους.
Αυτό το γεγονός θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα στην ιστορία της Κρήτης και ήταν ο λόγος που η UNESCO ανακήρυξε το Αρκάδι ως Ευρωπαϊκό Μνημείο Ελευθερίας.
Στο μουσείο της μονής σήμερα μπορείτε να δείτε ωραίες εικόνες και ενθυμήματα από το Ολοκαύτωμα του 1866 και στον περίβολο μπορείτε να παρατηρήσετε το τούρκικο βόλι που βρίσκεται ακόμη καρφωμένο στον κορμό ενός πανάρχαιου κυπαρισσιού.